Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μετάβαση στον πίνακα περιεχομένων

Κεφάλαια και Εδάφια—Ποιος τα Έβαλε στην Αγία Γραφή;

Κεφάλαια και Εδάφια—Ποιος τα Έβαλε στην Αγία Γραφή;

ΦΑΝΤΑΣΤΕΙΤΕ ότι είστε Χριστιανός τον πρώτο αιώνα. Η εκκλησία σας έχει μόλις λάβει μια επιστολή από τον απόστολο Παύλο. Καθώς ακούτε να τη διαβάζουν, παρατηρείτε ότι ο Παύλος παραθέτει συχνά από «τα άγια συγγράμματα», δηλαδή τις Εβραϊκές Γραφές. (2 Τιμόθεο 3:15) “Θα ήθελα πολύ να δω από ποιο σημείο παραθέτει”, σκέφτεστε. Αλλά αυτό δεν θα ήταν εύκολο. Γιατί;

ΧΩΡΙΣ ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΚΑΙ ΕΔΑΦΙΑ

Αναλογιστείτε τη μορφή που είχαν τα χειρόγραφα “των αγίων συγγραμμάτων” την εποχή του Παύλου. Ένα τέτοιο χειρόγραφο φαίνεται παρακάτω​—τμήμα του βιβλίου του Ησαΐα από τους Ρόλους της Νεκράς Θαλάσσης. Τι βλέπετε; Στήλες συμπαγούς κειμένου! Χωρίς σημεία στίξης. Και χωρίς τα αριθμημένα κεφάλαια και εδάφια που χρησιμοποιούμε σήμερα.

Οι Βιβλικοί συγγραφείς δεν διαίρεσαν το άγγελμά τους σε κεφάλαια ή εδάφια. Απλώς κατέγραψαν ολόκληρο το άγγελμα που τους έδωσε ο Θεός έτσι ώστε οι αναγνώστες να μπορούν να το διαβάσουν όλο, όχι μόνο μικρά τμήματά του. Μήπως αυτό δεν κάνετε και εσείς όταν λαβαίνετε ένα σημαντικό γράμμα από κάποιον που αγαπάτε; Διαβάζετε όλο το γράμμα, όχι απλώς διάσπαρτα τμήματά του.

Ωστόσο, η απουσία κεφαλαίων ή εδαφίων δημιουργούσε μια δυσκολία. Ο μόνος τρόπος με τον οποίο ο Παύλος μπορούσε να προσδιορίσει τις παραθέσεις του ήταν με τις φράσεις «όπως είναι γραμμένο», «όπως είχε πει ο Ησαΐας παλιότερα» ή παρόμοιες. (Ρωμαίους 3:10· 9:29) Θα ήταν δύσκολο λοιπόν να βρείτε αυτές τις παραθέσεις αν δεν ήσασταν πολύ εξοικειωμένοι με όλα «τα άγια συγγράμματα».

Επιπρόσθετα, εκείνα «τα άγια συγγράμματα» δεν ήταν ένα απλό μήνυμα από τον Θεό. Στο τέλος του πρώτου αιώνα Κ.Χ., αποτελούσαν μια συλλογή 66 διαφορετικών βιβλίων! Γι’ αυτό, οι περισσότεροι αναγνώστες της Γραφής σήμερα εκτιμούν το ότι υπάρχουν αριθμημένα κεφάλαια και εδάφια που τους βοηθούν να βρίσκουν συγκεκριμένες πληροφορίες, όπως τα πολλά σημεία από τα οποία παραθέτει ο Παύλος στις επιστολές του.

“Ποιος λοιπόν”, ίσως ρωτήσετε, “έβαλε αριθμούς κεφαλαίων και εδαφίων στη Γραφή;”

ΠΟΙΟΣ ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ;

Η διαίρεση της Γραφής σε κεφάλαια αποδίδεται στον Άγγλο κληρικό Στέφανο Λάνγκτον, ο οποίος αργότερα έγινε Αρχιεπίσκοπος του Καντέρμπουρι. Το έκανε αυτό στις αρχές του 13ου αιώνα Κ.Χ., όταν ήταν καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού στη Γαλλία.

Πριν από τον Λάνγκτον, οι λόγιοι είχαν δοκιμάσει διάφορους τρόπους διαίρεσης της Γραφής σε μικρότερα τμήματα ή κεφάλαια κυρίως, από ό,τι φαίνεται, για να ανατρέχουν ευκολότερα σε αυτά. Φανταστείτε πόσο πιο εύκολο θα ήταν για αυτούς να βρουν μια περικοπή αν έπρεπε να ψάξουν σε ένα μόνο κεφάλαιο αντί σε ένα ολόκληρο βιβλίο, όπως το βιβλίο του Ησαΐα που έχει 66 κεφάλαια.

Αυτό όμως δημιούργησε ένα πρόβλημα. Οι λόγιοι ανέπτυξαν πολλά διαφορετικά συστήματα που ήταν ασύμβατα μεταξύ τους. Σε ένα από αυτά, το Ευαγγέλιο του Μάρκου διαιρούνταν σε σχεδόν 50 κεφάλαια, όχι στα 16 που υπάρχουν σήμερα. Στο Παρίσι της εποχής του Λάνγκτον, υπήρχαν φοιτητές από πολλές χώρες οι οποίοι έφερναν μαζί τους Γραφές από την πατρίδα τους. Εντούτοις, καθηγητές και φοιτητές δεν μπορούσαν να εξηγήσουν εύκολα σε ποιο σημείο του χειρογράφου αναφέρονταν. Γιατί; Επειδή, απλούστατα, η διαίρεση κεφαλαίων στα χειρόγραφά τους δεν συνέπιπτε.

Γι’ αυτό, ο Λάνγκτον ανέπτυξε έναν νέο τρόπο διαίρεσης κεφαλαίων. Το σύστημά του «κίνησε το ενδιαφέρον αναγνωστών και αντιγραφέων», δηλώνει Το Βιβλίο​—Μια Ιστορία της Βίβλου (The Book​—A History of the Bible), και «διαδόθηκε πολύ γρήγορα σε όλη την Ευρώπη». Χάρη σε αυτόν έχουμε την αρίθμηση κεφαλαίων που βλέπουμε στις περισσότερες Γραφές σήμερα.

ΠΟΙΟΣ ΠΡΟΣΘΕΣΕ ΤΑ ΕΔΑΦΙΑ;

Περίπου 300 χρόνια αργότερα, στα μέσα του 16ου αιώνα, ο φημισμένος Γάλλος τυπογράφος και λόγιος Ρομπέρ Εστιέν έκανε τα πράγματα ακόμα ευκολότερα. Σκοπός του ήταν να διαδοθεί η μελέτη της Γραφής. Διέκρινε πόσο χρήσιμο θα ήταν να υπάρχει ενιαίο σύστημα με αριθμημένα κεφάλαια και αριθμημένα εδάφια.

Δεν επινόησε ο Εστιέν τη διαίρεση της Γραφής σε εδάφια. Αυτό το είχαν ήδη κάνει άλλοι. Για παράδειγμα, αιώνες νωρίτερα, Ιουδαίοι αντιγραφείς είχαν διαιρέσει τις Εβραϊκές Γραφές, δηλαδή το τμήμα της Γραφής που είναι γνωστό ως Παλαιά Διαθήκη, σε εδάφια αλλά όχι σε κεφάλαια. Όπως είχε συμβεί και με τον διαχωρισμό των κεφαλαίων, πάλι δεν υπήρχε ενιαίο σύστημα.

Ο Εστιέν διαίρεσε τις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, την αποκαλούμενη Καινή Διαθήκη, σε εδάφια τα οποία αρίθμησε και τα συνδύασε με εκείνα που υπήρχαν ήδη στις Εβραϊκές Γραφές. Το 1553, εξέδωσε την πρώτη ολοκληρωμένη Αγία Γραφή (έκδοση στη γαλλική) που είχε ουσιαστικά τα ίδια κεφάλαια και εδάφια με τις περισσότερες Γραφές σήμερα. Μερικοί επέκριναν το έργο και είπαν ότι τα εδάφια κατακερμάτιζαν το Βιβλικό κείμενο κάνοντάς το να φαίνεται σαν μια σειρά από ξεχωριστές και αποσπασματικές δηλώσεις. Αλλά το σύστημά του υιοθετήθηκε γρήγορα και από άλλους τυπογράφους.

ΔΩΡΟ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΜΕΛΕΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ

Φαίνεται να είναι τόσο απλή ιδέα​—αριθμημένα κεφάλαια και εδάφια. Αυτά δίνουν σε κάθε εδάφιο της Γραφής μια μοναδική «διεύθυνση»​—όπως ο ταχυδρομικός κώδικας. Είναι αλήθεια ότι ο τρόπος με τον οποίο έγινε η διαίρεση σε κεφάλαια και εδάφια δεν είναι θεόπνευστος και όντως μερικές φορές το Βιβλικό κείμενο χωρίζεται σε παράξενα σημεία. Αλλά γίνεται πιο εύκολο να εντοπίζουμε με ακρίβεια παραθέσεις και να σημειώνουμε ή να αναφέρουμε μεμονωμένα εδάφια που έχουν ιδιαίτερη σημασία για εμάς​—όπως ακριβώς σημειώνουμε φράσεις τις οποίες θέλουμε να θυμόμαστε σε κάποιο έγγραφο ή βιβλίο.

Παρότι η διαίρεση σε κεφάλαια και εδάφια είναι εξυπηρετική, να θυμάστε πάντα πόσο σημαντικό είναι να έχετε την πλήρη εικόνα​—να κατανοείτε ολόκληρο το άγγελμα του Θεού. Καλλιεργήστε τη συνήθεια να διαβάζετε τα συμφραζόμενα αντί απλώς μεμονωμένα εδάφια. Κάνοντάς το αυτό, θα εξοικειώνεστε ολοένα και περισσότερο με όλα “τα άγια συγγράμματα, τα οποία μπορούν να σας κάνουν σοφούς για σωτηρία”.​—2 Τιμόθεο 3:15.